Αρχική

 

Βιβλία

 

Δημοσιεύσεις

 

Σκέψεις

 

Εκδηλώσεις

 

Βιογραφικό

 

Επικοινωνία

 

Κριτική για "Αγαθά στοιχειά"

Από τον Βασίλη Α. Τάτση, φιλόλογο, (8-9-2023)

 

Δημοσιεύτηκε: Προσωπική σελίδα του Βασίλη Α. Τάτση στο fb, 7-9-2023.

Προσωπική σελίδα μου στο fb, 9-9-2023.

 

    Τα τελευταία χρόνια μάς βρήκαν και μας βρίσκουν πολλά δεινά, πολλές καταστροφές, πολλές αγωνίες.

    Όμως, η ζωή προχωράει πάντα με το Κακό και το Καλό ν’ αντιπαλεύουν δίπλα- δίπλα. Κι είναι απαραίτητο να μπορούμε όχι μόνο να κρίνουμε τα κακώς κείμενα, αλλά να «διαβάζουμε» και τα θετικά κεφάλαια που μας παραδίδει η ζωή, για να αντλούμε πίστη στην κλονισμένη αντίληψή μας για τον άνθρωπο, που, όπως είχε πει ο Τζον Στάινμπεκ, «είναι ο μεγαλύτερος κίνδυνος, αλλά κι η μόνη μας ελπίδα».

    Το Καλό που ήρθε και με συνάντησε σαν παραμυθία τις τελευταίες δύσκολες ημέρες είναι το βιβλίο της φιλολόγου και συγγραφέως Παναγιώτας Π. Λάμπρη «Αγαθά στοιχειά». Μην φανταστείτε πως αποτέλεσε για μένα ένα βιβλίο «φυγής», αλλά ένα βιβλίο λαϊκής σοφίας που με ενδυνάμωσε, γιατί μου θύμισε τις ψυχικές δυνάμεις με τις οποίες οι μητέρες και οι γιαγιάδες μας αντιμετώπιζαν σαν ξωθιές την πικρή ζωή τους, τη φτώχεια, τις αδικίες, το φόβο, τον πόλεμο. Αναφέρεται, λοιπόν, το βιβλίο στις προσωπικότητες αυτών των γυναικών που ανάστησαν γενιές και γενιές μέσα από μύριες δυσκολίες χωρίς να βαρυγκωμούν, χωρίς να είναι μονίμως τσιτωμένες και νευρωτικές, αλλά τουναντίον, μέσα στις συμπληγάδες μιας σκληρής πραγματικότητας να διαπαιδαγωγούν με τρυφερότητα, υπομονή, καλοσύνη και αγάπη.

    Θυμήθηκα τον καθηγητή Γλωσσολογίας στο ΑΠΘ, αείμνηστο Χρίστο Τσολάκη που μου επαναλάμβανε συνεχώς στις φιλικές μας συναντήσεις πως «οι γιαγιάδες είναι οι πρώτες και οι μεγαλύτερες δασκάλες στη ζωή του κάθε ανθρώπου.» ΚΙ εμείς σήμερα κατορθώσαμε να τις βγάλουμε από τα σπίτια μας και να βάλουμε μέσα τους σκύλους και τις γάτες. Κι αυτό το λέμε «πρόοδο».

    Ζητώ συγγνώμη, γιατί δεν μπορώ να αποτυπώσω με λέξεις τη συγκίνησή μου διαβάζοντας αυτό το βιβλίο. Με συγκίνησαν, πρώτα – πρώτα, η μνήμη και ο σεβασμός (μια λέξη και μια αξία χαμένη στην εποχή μας) της κας Λάμπρη προς τις αγρότισσες μητέρες μας, το επαναλαμβάνω, αυτές τις αγαθοδαίμονες προσωπικότητες της Ρωμιοσύνης, που μπορεί να ήταν αγράμματες, είχαν όμως τη μόρφωση και τη σοφία της παράδοσης και της ζωής.

    Με συγκίνησε, όπως πάντα, ο τρόπος γραφής της που στηρίζεται στην άριστη γνώση της ελληνικής γλώσσας, αλλά και σ’ ένα πλούτο συναισθημάτων και ψυχικών διεργασιών που ζωντανεύουν τις λέξεις, το χαρτί, τα πρόσωπα, τις εικόνες, τα γεγονότα. Νιώθω την ανάγκη να δώσω ένα τέτοιο δείγμα γραφής από το βιβλίο (Η Πανάγιω, σελ. 140): «Σε κάποια από τις συναντήσεις τους, ενώ το μυαλό της Ανθούλας ταξίδευε πίσω στο χρόνο, το βλέμμα της έμενε να παρατηρεί τα διάφανα χέρια της γιαγιάς της, που οι φλέβες τους διακρίνονταν όσο ποτέ άλλοτε καθαρά και έμοιαζαν με διακλαδώσεις ποταμών, των οποίων οι πηγές και οι εκβολές ήταν αόρατες. Τα είχε φέρει μπροστά, τα ανακίνησε λίγο και τα δάχτυλά της αγκάλιασαν έτσι το ένα το άλλο που το τρυφερό σύμπλεγμά τους θύμιζε ερωτικούς εναγκαλισμούς συντρόφων που η μακρά, η δια βίου συνοδοιπορία τους είχε δημιουργήσει ισχυρή σωματική και ψυχική συγχορδία (!!!), και κατόπιν τ’ ακούμπησε μ’ ανοιχτές τις παλάμες πάνω στη μαύρη ποδιά της. Για λίγο έριξε το βλέμμα της στον αντικρινό ορίζοντα, για ν’ απολαύσει, όπως άλλοτε τα χρώματα του δειλινού, και αφού λόγω κακής όρασης αυτό που έβλεπε ήταν ασαφές, έστρεψε την προσοχή και τη σκέψη της στα χέρια της, τα οποία κείτονταν ηττημένα στο ίδιο σημείο. Τα κοιτούσε με περισσή ένταση, τα ανάδευε και έφερνε στο μυαλό της ανεξίτηλες εικόνες από τη ζωή της, οι οποίες είχαν αυτά ως πρωταγωνιστές κι έβγαλε έναν μικρό αναστεναγμό.»

    Τα χέρια των σημερινών γυναικών είναι μαλακά και περιποιημένα, κι όχι σαν «τσαρούχια», όπως των μανάδων μας. Αυτό οφείλεται στην υλική πρόοδο που συντελέστηκε στην Ελλάδα τις τελευταίες δεκαετίες, και στους αγώνες των γυναικών για χειραφέτηση και ισοτιμία. Είναι ένας επιπλέον λόγος αυτός, που εμπνέει την εκτίμησή μας, τον έρωτά μας και την αγάπη μας γι’ αυτές. Ιδιαίτερα, αν η απελευθέρωσή τους αυτή συνοδεύεται από αυτοσεβασμό και πνευματικότητα που προικοδοτεί με μια ιδιαίτερη ποιότητα τη θηλυκότητα, την ομορφιά και τη χάρη.